Библейское слово "μεγαλειοτητα" в греческих словарях

μεγαλειοτητα [megaleiotita]
Лексема: μεγαλειότης
Кол-во: 3
Дворецкий И.Х. [e]

μεγαλειότης — величие

величие

μεγαλειότης, ητος ἡ величие NT.