Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, αἰ. Θ΄
Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, αἰ. Θ΄

Έργα των αρχαίων αγίων πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων

Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, αἰ. Θ΄

Text prepared by the bibleox community

We want this text to be accessible to everyone — that's why we've prepared this translation. Unfortunately, it's not always possible to find ready-made translations, so we create them ourselves. Both automated tools and humans work on this. You can help too! Some parts might not sound perfect, but we've tried to preserve the accuracy of the meaning. If you notice an inaccuracy or want to improve the text — criticism is welcome! Even better — join the community and suggest your edits. Like Wikipedia materials, this text is freely available under the CC BY-SA license.

Ὅσιος (759-826), θεολόγος, φιλόσοφος, κήρυξ, ὑπερασπιστὴς τῆς εἰκονολατρείας. Ἡγούμενος τῆς περίφημου Στουδίου Μονῆς.
This text is available in other languages:

Ἡ μνήμη αὐτοῦ τιμᾶται: 26 Ἰανουαρίου (8 Φεβρουαρίου), 11(24) Νοεμβρίου

Βιογραφία

Υἱὸς τοῦ ἐκπράκτορα τῶν βασιλικῶν φόρων Φωτίνου, συγγενὴς τοῦ Ἁγίου Ρωμανοῦ τοῦ Μελωδοῦ, ἀδελφὸς τοῦ Ἰωσὴφ τοῦ Ὁμολογητοῦ. Ἔλαβε καλὴν παιδεία ὑπὸ τὴν καθοδήγησιν τῆς μητρὸς αὐτοῦ Θεοκτίστης.

Τὸ 782 ὑπὸ τὴν ἐπιρροὴν τοῦ θείου αὐτοῦ Πλάτωνος, ὅλη ἡ οἰκογένεια τοῦ Θεοδώρου ἐστράφη πρὸς μοναχικὸν βίο καὶ διοργάνωσε στὴν Βιθυνία, ἐπὶ τῆς κτήσης αὐτῶν, τὴν Μονὴ Σακκοῦδιον. Ἐννέα ἐτῶν ἀπὸ τὴν γέννησίν του ἐκορεῖ ἐκεῖ· ἡ νέα σύζυγός του Ἄννα ἐδέχτηκε καὶ αὐτὴ τὸ μοναχικὸ σχῆμα. Ὁ Θεόδωρος ἔγινε τὸ «δεξὶ χέρι» τοῦ θείου του. Ὡς βάσις ἐλήφθη ὁ κανὼν τοῦ Βασιλείου τοῦ Μεγάλου. Ὁ Θεόδωρος ἤδη τότε ἐγένετο θερμὸς ὑπέρμαχος τῆς εἰκονολατρείας καὶ ὑπεδέχτη τὴν Ζ΄ Οἰκουμενικὴν Σύνοδον (787). Τὸ 794 ὁ Πλάτων παρέδωσε τὴν ἡγουμενία τῆς Μονῆς Σακκουδίου στὸν Θεόδωρο.

Τὸ 795 ὁ Θεόδωρος ὁ Στουδίτης ἀντετάχθη στὸν ἀντικανονικὸ διαζύγιο καὶ τὸν νέο γάμο τοῦ αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου ΣΤ΄, ὁ ὁποῖος μὲ αὐτὸ ἀνέβαζε στὸν θρόνο συγγενῆ τοῦ Θεοδώρου, Θεοδότη. Ὑπεβλήθη εἰς βασανιστήρια καὶ ἐξεβλήθη εἰς Θεσσαλονίκην, ἀλλὰ σύντομα μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Κωνσταντίνου ἐπέστρεψε στὴν ἰδία του μονή (797).

Τὸ 798 μετέβη μὲ τοὺς μαθητὰς του στὴν Στουδίου Μονή, ἡ ὁποία ὑπὸ τὴν ἡγεσίαν του ἐγένετο φωστὴρ τοῦ τότε μοναχισμοῦ· οἱ στουδῖτες ἀπέκτησαν τεράστιο βάρος στὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή, μὲ τοὺς ὁποίους λογοδοτοῦσαν ὁ πατριάρχης καὶ ὁ αὐτοκράτορας. Ὁ Θεόδωρος ἔδωσε στὸ Στούδιο ἀυστηρὸ τυπικό, τὸ ὁποῖο ἀπαιτοῦσε πλήρη κοινοβιακὸ βίο καὶ προσωπικὴ ἐργασία τῶν ἀδελφῶν.

Ὅταν ἀνέκυψε τὸ ζήτημα τῆς συγχωρήσεως τοῦ καθαιρεθέντος ἱερέως, ὁ ὁποῖος ἐστεφάνωσε τὸν Κωνσταντῖνο, ὁ Θεόδωρος ἀντετάχη σ’ αὐτὸ, πάλι παρὰ πρὸς τὸν αὐτοκράτορα καὶ τὸν πατριάρχη, καὶ ἐξορίστηκε σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ Πριγκηπόννησα, ὅπου ἔμεινε δύο χρόνια (809—811).

Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ αὐτοκράτορα Νικηφόρου Α΄, ὁ Θεόδωρος ἐπανέστρεψε πάλι ἐπιφανῶς στὴν μονή του.

Τὸ 815 ὁ αὐτοκράτορας Λέων Ε΄ ὁ Ἀρμένιος συνεκάλεσε σύνoδο κατὰ τῆς προσκυνήσεως τῶν εἰκόνων, ὁ Θεόδωρος τοῦ εἶπε: «Μὴ παραβιάζῃς τὴν εἰρήνην τῆς Ἐκκλησίας· ὁ Θεὸς ἔθεσεν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τοὺς μὲν ἀποστόλους, τοὺς δὲ ποιμένας καὶ διδασκάλους, ἀλλ' οὐκ ἐμνήσθη περί βασιλέων· ἄφες τὴν Ἐκκλησίαν τοῖς ποιμέσι καὶ διδασκάλοις. Ἐὰν καὶ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ καταβῇ καὶ κηρύξῃ τὴν καταστροφὴν τῆς πίστεως ἡμῶν, οὐδὲ αὐτῷ ὑπακουσόμεθα». Ὁ Θεόδωρος εἶδε στὴν εἰκονομαχία παράβαση τῆς ἐλευθερίας τῆς Ἐκκλησίας, καὶ ἀπὸ τὴν δογματικὴ πλευρὰ ἐν τῇ ἀρνήσει τῶν ὁρατῶν εἰκόνων τοῦ Χριστοῦ ἐθεώρησε τὴν μείωσιν τῆς πληρότητος τῆς ἀνθρωπίνης αὐτοῦ φύσεως, παρὰ πρὸς τὸ θέλημά Του, τοῦ πέμψαντος τῷ Αὐγάρῳ τὴν Ἀχειροποίητον Εἰκόνα Του.

Γιὰ πομπὴ μὲ εἰκόνες ποὺ διοργάνωσε, ὁ Θεόδωρος φυλακίστηκε καὶ ἐξορίστηκε. Στὸ δεσμωτήριο ὁ Θεόδωρος συνέχισε τὸν ἀγώνα, ἀπενεγκὼν πρὸς τοὺς πατριάρχας, πρὸ πάντων πρὸς τὸν πάπα, στὸν ὁποῖον «ὁ Χριστὸς ἐνεπιστεύθη τὰ κλεῖδια τῆς πίστεως». Ὁ νέος αὐτοκράτορας Μιχαὴλ Β΄ ὁ Τραυλὸς ἔπαυσε τοὺς διωγμούς. Ὁ Θεόδωρος ὑπεδέχτη ἀπὸ τὸν λαὸ ὡς μάρτυρας καὶ θαυματουργός· ἀλλὰ τὴν μονή του ὁ αὐτοκράτορας δὲν τοῦ ἐπέστρεψε. Σὲ πλάνη πέθανε τὸ 826, περιστοιχιζόμενος ἀπὸ τοὺς μαθητές του. Μετὰ 2 χρόνια ἐκανονίσθη, καὶ στὴ Σύνοδο τοῦ 842, ὅταν θριάμβευσαν οἱ στουδῖτες, τὸ ὄνομά του ἐδοξάσθη ἐν τοῖς πρώτοις.

Γιὰ τὴν μετέπειτα γενεά ὁ Θεόδωρος εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς κύριους διδασκάλους τοῦ ἀσκητισμοῦ καὶ ἀπολογητὴς τῆς εἰκονολατρείας. Κύριο θεωρητικὸ ἔργο τοῦ Θεοδώρου - τρία βιβλία «Ἀντιρρήσεων» (Antirrhetica), ἀπὸ τὰ ὁποῖα τὰ δύο πρώτα γράφτηκαν σὲ μορφὴ διαλόγου μεταξὺ ὀρθοδόξου καὶ αἱρετικοῦ, τὸ δὲ τρίτο ἐκθέτει τὴν διδασκαλία περὶ τῆς ὁρατῆς εἰκόνος τοῦ Χριστοῦ σὲ μορφὴ ἀντιρρήσεως τῶν ἀποδείξεων, τῶν παρουσιασθέντων ἀπὸ τοὺς εἰκονομάχους.

Στὴν Ῥῶς ὁ Στουδίτικος Τυπικὸς ἐισήχθη τὸ 1065 ἀπὸ τὸν ὅσιο Θεοδόσιο στὴν Κιέβου-Πετσέρσκην Λαύρα, «ἀπὸ ἐκείνης τῆς μονῆς ἔλαβον, - κατὰ τὸν χρονικογράφο, - ὅλα τὰ μοναστήρια τὸν τυπικό», καὶ κρατήθηκε στὴν Ῥωσικὴ Ἐκκλησία μέχρι τὰ μέσα τοῦ ΙΔ΄ αἰώνα, ὅταν ἄρχισε νὰ ὑποχωρεῖ στὸν Ἱεροσολυμιτικό. Ἀλλὰ θεωρεῖται ὅτι ἡ περίοδος τῆς πλέον καρποφόρου φωτιστικῆς δραστηριότητας τῶν ῥωσικῶν μοναστηρίων συμπίπτει μὲ τὸν καιρὸ τῆς κυριαρχίας τοῦ Στουδίτου Τυπικοῦ.

23
Published by: Rodion Vlasov
Want to fix or add something? Tell us: https://t.me/bibleox_live
Or edit this article by yourself: Edit