Ἡ μνήμη αὐτοῦ: 25 Νοεμβρίου (8 Δεκεμβρίου)
Βιογραφία
Ὁ τόπος γέννησης τοῦ Ἁγίου Πέτρου εἶναι ἄγνωστος.
Ἦταν ὑψηλὰ μορφωμένος καὶ διετέλεσε διευθυντὴς τῆς Σχολῆς Ἀλεξανδρείας. Τὸ 300 μ.Χ. ἀνέλαβε τὴν διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας Ἀλεξανδρείας, διαδεχόμενος τὸν διδάσκαλο καὶ πνευματικὸν του πατέρα, τὸν μακάριο ἐπίσκοπο Θέωνα.
Ἐξορισθεὶς ἀπὸ τὴν πόλη κατὰ τοὺς διωγμοὺς τῶν Χριστιανῶν ὑπὸ τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ καὶ Μαξιμιανοῦ, ὁ Ἅγιος Πέτρος, περιπλανηθεὶς σὲ πολλὲς περιοχὲς τῆς αὐτοκρατορίας, ἐπέστρεψε πάλι στὴν πατρίδα του, γιὰ νὰ ἡγηθεῖ πάλι προσωπικὰ τὴν Ἀλεξανδρινὴ Ἐκκλησία σ’ αὐτὴν τὴν κρίσιμη περίοδο. Ὁ Ἱεράρχης ἐπισκεπτόταν κρυφὰ τοὺς φυλακισμένους Χριστιανούς, ἐνισχύοντάς τους στὴν πίστη, βοηθοῦσε τὰς χήρας καὶ τοὺς ὀρφανούς, ἐκήρυσσε τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ, προσευχόταν ἀδιάλειπτα καὶ τελοῦσε τὰς Θείας Λειτουργίες. Καὶ ὁ Κύριος τὸν ἐφύλαττε ἀπὸ τὰς χεῖρες τῶν διωκτῶν.
Σ’ αὐτὴν τὴν ταραχώδη περίοδο, ἐπανέστη κατὰ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ὁ δάσκαλος τῆς κακοδοξίας Ἄρειος, ὁ ἀρνούμενος τὴν Θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἅγιος Πέτρος ἀντιτάχθηκε σ’ αὐτόν, ἀνάθεματίζοντάς τον καὶ ἀφορίζοντάς τον ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Καὶ ὅταν ὁ Ἄρειος, μέσω τῶν μαθητῶν τοῦ Ἱεράρχη, παρακάλεσε τὸν Δεσπότη Πέτρο νὰ ἀνακαλέσει τὸν ἀφορισμό, διακηρύσσοντας ὅτι μετανοεῖ καὶ ἀποποιεῖται τῆς ψευδοδιδασκαλίας του, ὁ Ἅγιος, ὁδηγούμενος ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, προεῖδε τὸ ψεύδος καὶ τὴν πανουργία τῆς ἀρειανῆς ἀποκήρυξης καὶ παρήγγειλε στὴν ποίμνη του νὰ μὴ πιστεύουν τὸν Ἄρειο καὶ νὰ μὴ τὸν δέχονται σ’ ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία.
Ὑπὸ τὴν σοφὴν καθοδήγηση τοῦ Ἁγίου Πέτρου, ἡ Ἀλεξανδρινὴ Ἐκκλησία, παρὰ τοὺς διωγμούς, ἐνδυναμωνόταν καὶ πληθύνονταν. Ἀλλὰ τότε, κατ’ ἐπιταγὴν τοῦ αὐτοκράτορα Μαξιμιανοῦ (305–311), ὁ Ἱεράρχης συνελήφθη καὶ καταδικάστηκε θανάτου. Πλήθος λαοῦ συγκεντρώθηκε στὴν εἴσοδο τῆς φυλακῆς, ἐκφράζοντας τὴν ἀγανάκτησή του. Ὁ Ἱεράρχης, θέλοντας νὰ ἀποφύγει λαϊκὴν ἐπανάσταση καὶ αἱματοχυσία, ἔστειλε ἐπιστολὴ στὰς ἀρχές, προτείνοντας νὰ κατεδαφίσουν τὸν πίσω τοῖχο τῆς φυλακῆς, ἵνα μπορέσουν νὰ τὸν ἐξαγάγουν κρυφὰ ἀπὸ τὸν λαό γιὰ ἐκτέλεση. Σὲ μία σκοτεινὴ νύχτα, ὁ Ἅγιος Πέτρος βγῆκε μόνος του στὶς συνοδὲς τῶν δημίων, οἱ ὁποῖοι τὸν ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη τῆς πόλης καὶ τὸν ἀπεκεφάλισαν στὸ ἴδιο μέρος ὅπου εἶχε μαρτυρήσει κάποτε ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Μάρκος. Καὶ μία φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανό, τὴν ὁποία ἄκουσε μία Ἁγία Παρθένος ἐκείνη τὴν νύχτα, ἀνακήρυξε: «Ὁ Πέτρος εἶναι ἡ ἀρχὴ τῶν Ἀποστόλων, ὁ Πέτρος εἶναι τὸ τέλος τῶν Ἀλεξανδρινῶν μαρτύρων». Αὐτὸ συνέβη τὸ 311 μ.Χ.
Τὸ πρωί, μάθοντας γιὰ τὸν θάνατο τοῦ ἐπισκόπου τους, πλήθη λαοῦ κατευθύνθηκαν στὸν τόπο τῆς ἐκτέλεσης, πῆραν τὸ σῶμα καὶ τὸ κεφάλι τοῦ Μάρτυρα, τὰ ἔφεραν στὴν ἐκκλησία καὶ, ἐνδύοντάς τον ἐπισκοπικὰ ἄμφια, τὸν ἐκάθισαν γιὰ τὴν ὥρα τῆς ἐκφοράς στὸ θρόνο. Ὅσο ζοῦσε, ὁ Ἅγιος Πέτρος ἐκάθιζε μόνο στὸ σκαμνὶ τοῦ θρόνου, διότι, κατὰ τὸν Ἱεράρχη, ἔβλεπε Θεῖο φῶς περικυκλίζοντα τὸν θρόνο καὶ δὲν ἐτόλμα, ἀπὸ ταπείνωση, νὰ ἀνέβει σ’ αὐτόν. Ὁ Ἅγιος Πέτρος, ὁ μέγας ζηλωτὴς τῆς Ὀρθοδοξίας, εἶναι γνωστὸς καὶ ὡς βαθὺς Θεολόγος. Ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸ βιβλίο του «Περὶ Θεότητος» ἀναγνώστηκαν στὲς Συνόδους τῆς Ἐφέσου καὶ τῆς Χαλκηδόνος. Ἀπὸ τὰ συγγράμματά του, τὰ πιὸ γνωστὰ καὶ ὑψηλὰ τιμώμενα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία εἶναι οἱ «Κανόνες».